
Εγώ, αγκαλιά με τον φόβο μου…
Μοιραστείτε το άρθρο!
Φόβε, καταλάγιασε και βοήθησε με να σταματήσω να πονώ για το Φως που σπαταλήθηκε! Το Φως που δεν εκτιμήθηκε από τον χρόνο κι εγώ κρύφτηκα σε μια σπηλιά κι ανήλιαγα τα χρόνια μου κυλούσαν.
Για το Φως που φοβήθηκα. Το Φως που σου παρέδωσα με τα ίδια μου τα χέρια γιατί με έκαναν να πιστεύω πως δεν το αξίζω! Κουλουριασμένος εκεί στη σπηλιά μου έδιωχνα κάθε φωνή μέσα μου που μου μιλούσε, “βγες έξω, στο Φως”.
Το Φως που φώτισε, μα δεν κατάφερε να γεννήσει ζωή!
Το Φως που άγγιξε πρόσωπα, μα δεν κατάφερε να ζεστάνει βλέμματα!
Το Φως που ξημέρωσε ξανά και ξανά, μα οι άνθρωποι ετούτου του ουρανού, την ζωή την θεωρούνε μάταιη!
Υψώνω ανάστημα και τολμώ να πω αλήθειες κιας είναι αλήθειες καμωμένες από σκιές.
Φοβάμαι τη νύχτα που κρύβει ο καθένας μέσα του, γιατί η σαγήνη της με παρασέρνει και τα μάτια στο σκοτάδι δεν τα χρειάζεσαι ανοιχτά!
Φοβάμαι τον ήλιο που δεν μπόρεσα να κοιτάξω κατάματα, γιατί με έμαθαν πως η λάμψη τυφλώνει, πως το φως το αντικρύζεις μόνο με σκίαστρο!
Φοβάμαι την αλήθεια που δεν πίστεψα για την δύναμη του φωτός και συνέχισα να δυναμώνω κάθε μου σκοτάδι!
Φοβάμαι φόβε, γιατί μου έδειξαν ζωή κρυμμένη. Ζωή κακομοίρικη, μακριά από το να ζητώ, με απόσταση από το θέλω. Μόνο πρέπει, όλο πρέπει!
Φοβάμαι φόβε, γιατί δίχως “θέλω” και ”παλεύω”, δεν ζεις! Με σκυμμένο το κεφάλι δεν αντικρύζεις ποτέ, κανένα Φως!
Φοβάμαι φόβε, γιατί μόνο κοντά σου με έπεισαν να νιώθω ασφάλεια και τώρα εδώ, σαστισμένος κοιτώ μιαν ηλιαχτίδα φωτός να παραβιάζει την προστατευμένη μου σπηλιά.
Δεν φοβάται να με χαϊδέψει! Δεν φοβάται να μου δείξει μιαν άλλη ζωή! Χωρίς την δυσωδία της κλεισούρας και την ασφάλεια του βλέπω μέχρι εκεί που μου επιτρέπει η χαραμάδα στο φως…
Μα Φως εδώ μέσα δεν υπάρχει κι εγώ κουράστηκα τόσο να φοβάμαι, κουράστηκα τόσο απραγής!
Το σώμα μου πονάς. Σκεύρωσε εδώ στην ίδια θέση χρόνια τώρα! Μια κουλούρα εγώ με τα πόδια μου, εγώ αγκαλιά με το στήθος μου, εγώ αγκαλιά με την μουχλιασμένη μοναξιά μου!
Εγώ, αγκαλιά με τον φόβο μου…
Μοιραστείτε το άρθρο!