
Κακομοίρη άνθρωπε, ούτε στον θάνατό σου δεν ήσουν λεύτερος…
Μοιραστείτε το άρθρο!
Κοιτάζω γύρω μου. Άνθρωποι πάνε κι έρχονται, βήματα που νομίζεις θα κοπούν στα δύο από τις σκέψεις που θέλουν να σπάσουν κάθε ψέμα γύρω τους.
Φταίει ο ιός στον αέρα ή ο ιός στην ψυχή;
Άλλοτε σκύβουν κι άλλοτε αποστρέφουν το βλέμμα τους. Ένα βλέμμα αδειανό από ζεστασιά, γεμάτο από φόβο και προσπάθεια.
Προσπαθούν να κρατηθούν ζωντανοί. Προσπαθούν να κρατηθούν ολόκληροι. Χέρια μπηγμένα στην τρυφερή σάρκα, παλεύουν να χωρέσουν όλα τα κομμάτια τους επάνω τους.
Φταίει ο ιός στον αέρα ή ο ιός στην ψυχή;
Θαρρείς η ψυχή κρυώνει και φωνάζει για βοήθεια! Θαρρείς πως ήδη είναι αργά. Σάρκες που παρακαλούν να ζήσουν λίγο ακόμη. Ψυχή που εκλιπαρεί να αναπνεύσει. Η πάλη δεν σταματά.
Κρυφά δάκρυα. Το βράδυ σαν ξαπλώνουν κρυφά στον σταυρό τους προσεύχονται. Καμμία πίστη πια δεν φτάνει, σε κανέναν Θεό!
Όλα υπό αμφισβήτηση! Θεός, Δημιουργία, Ζωή! Μόνον ο θάνατος ζει. Μόνον αυτός είναι αληθινός. Τον φοβάσαι, τον λαχτάρας, τον απεύχεσαι.
Λύτρωση ο θάνατος για να μην χρειαστεί να κοιτάξεις την ζωή στα μάτια.
Η ζωή επιτίθεται με θάνατο ή ο θάνατος παλεύει να κρατηθεί από την ζωή; Ερωτηματικά αναπάντητα.
Φταίει ο ιός στον αέρα ή ο ιός στην ψυχή;
Μας φυτέψανε έναν ιό που ήρθε να αγγίξει την μετριότητα του ανθρώπου. Την μοναξιά του. Τη σιωπή του. Την ντροπή του.
Θυμήθηκε πως υπάρχει. Κλείστηκε μέσα σε 4 τοίχους κι αυτό του θύμησε πως ζει!
Θύμωσε που του την πήραν πίσω!
Τόσο καιρό όλα δικά του! Όλα μπροστά του! Δεν έφτασε τόση ομορφιά; Δεν έφτασε τόση φύση; Δεν έφτασε η αγάπη της;
Σκέψεις όλη η ζωή κι όχι στιγμές πια. Κλεισμένος σε ένα σπίτι, οι τοίχοι όριο δεν έχουν. Το ντύνεις λίγα βήματα σε μια μικρή έξοδο κι ύστερα φυλακή. Κλειδώνεις την πόρτα καλά, μα το θηρίο είναι εντός σου!
Μέχρι χθες προστάτευες της ψυχής την γύμνια με φίλτρα. Με κραγιόνια πολύχρωμα, μαλλιά ψεύτικα, δέρμα αψεγάδιαστο, ρούχα καλοραμμένα, παπούτσια γυαλισμένα. Χαμόγελα προβαρισμένα από το κατάλληλο σημείο λήψης.
Πού να φορέσεις την φορεσιά σου τώρα; Το θεριό δεν βλέπει μέσα από οθόνες. Δεν μένει στην επιφάνεια μόνο. Κατοικεί για μέρες στον αέρα που αναπνέεις αόρατο. Δεν το κλικάρεις να εμφανιστεί, δεν το ελέγχεις. Σε βλέπει, δεν το βλέπεις! Κι ότι δεν βλέπεις είτε το αμφισβητείς είτε το πιστεύεις με όλη σου την δύναμη!
Η ζωή επιτίθεται με θάνατο ή ο θάνατος παλεύει να κρατηθεί από την ζωή; Ερωτηματικά αναπάντητα.
Φταίει ο ιός στον αέρα ή ο ιός στην ψυχή;
Ψάχνεις με πόνο ψυχής να βρεις την αλήθεια σε όλα αυτά! Γδέρνεις μέσα σου, γδέρνεις τους ανθρώπους γύρω σου. Κατηγορείς τους πάντες και τα πάντα! Δεν ξέρεις πού να ακουμπήσεις τους φόβους σου. Το αύριο πού θα σε βρει;
Πάλι να κάνεις πως γελάς και πάλι πνιγμένος στους 4 τοίχους. Όχι κουλουριασμένος πια! Η ζωή έφυγε από επάνω σου. Σβήστηκαν οι καμπύλες της φύσης. Μακριά της ξέχασες…
Λήθης ταξίδι αγαπημένο, σε καθετί αληθινό…
Τώρα στέκεσαι ακίνητος, ευθυτενής κοιτώντας το λευκό ταβάνι. Νεκρός, ζωντανός τι σημασία έχει σε έχουν πείσει πως είσαι ήδη νεκρός…
Όταν τελειώσει αυτό όλα διαφορετικά! Ένας καινούργιος κόσμος. Ασφαλής και τακτοποιημένος. Όπως οι 4 τοίχοι σου. Όπως η ζωή σου πριν κλειστείς μέσα.
Σπίτι δουλειά, δουλειά σπίτι και πότε πότε οι τύψεις σου επάνω σε ένα σύννεφο στον γαλανό ουρανό. Πλάι σε μια θάλασσα που έκλεψες 5’ λεπτά για να την συναντήσεις.
Θυμάσαι ακόμη;
Λήθης ταξίδι αγαπημένο, σε καθετί αληθινό…
Τα πρέπει θα είναι πιο πολλά. Μα εσύ θα είσαι ζωντανός. Θυμήσου ήσουνα νεκρός. Σε ανάστησε η πεθαμένη ελπίδα. Σε ανάστησε η σκέψη πως για μια φορά δεν πάλεψες για την ζωή σου.
Δεν κουράστηκες για κάτι! Δεν άφησες πίσω το παιδί σου μόνο. Δεν ανέβαλες το ταξίδι επειδή τα πρέπει πήγαν πρώτα. Δεν μάλωσες με τον άνθρωπό σου επειδή γύρισες λιώμα και αγχωμένος από την δουλειά. Εσύ δεν έφταιξες πουθενά! Εσύ κλεισμένος μέσα στους 4 τοίχους έμεινες! Έκανες ότι σου είπαν.
Η ψυχή σιωπηλή, δεν έβγαλε μιλιά. Προσπαθούσε παλιά, σπαθί στραμμένο προς τα εσένα μα όχι εναντίον σου. Πώς να σκοτώσεις το σώμα που παλεύει να συμφιλιώσει την ουσία του με το Θεό;
Μετράς τα λεπτά, τις ώρες, τις μέρες. Ρολόι χαλασμένο η σκέψη, λεπτοδείκτης που ξεφεύγει. Η ψυχή γελά μόνο. Γέλιο σαρκαστικό. Γέλιο που τολμά να σε ξυπνήσει από την καραντίνα σου. Προσπαθείς να σώσεις την ζωή σου με θάνατο. Προσπαθείς να να απλώσεις το χέρι βίαια να δώσεις τον οβολό σου στον Χάροντα να σε περάσει απέναντι.
Ανοιχτά τα μάτια πορεύονται στον Κάτω Κόσμο. Όπως και στην ζωή, δεν έκλεισαν ποτέ. Να αφεθούν, να δει την αλήθεια πρώτη η ψυχή, να ορίσει μονοπάτι.
Όρισε η αλαζονεία, όρισε το ψέμα, όρισε το Εγώ.
Φοβισμένος και μόνος. Απαγορεύεται να αγγίξεις, απαγορεύεται να συνδεθείς! Ακόμη και στον θάνατό σου απών! Είχες μια μεγάλη στιγμή να ζήσεις στην ζωή σου, τον θάνατο και σου τον κλέβουν και αυτόν, σώματα στοιβαγμένα το ένα δίπλα στο άλλο, πεθαίνοντας από την ίδια ασθένεια.
Φταίει ο ιός στον αέρα ή ο ιός στην ψυχή;
Η ζωή επιτίθεται με θάνατο ή ο θάνατος παλεύει να κρατηθεί από την ζωή; Ερωτηματικά αναπάντητα.
Εσύ ήδη νεκρός…
Κακομοίρη άνθρωπε, ούτε στον θάνατό σου δεν ήσουν λεύτερος…
Μοιραστείτε το άρθρο!