Βόρεια Εύβοια. Δεν έχω διαταγή. Έχουμε εντολή να μην επέμβουμε!
Μοιραστείτε το άρθρο!
Οι φωτιές με βρήκαν διακοπές. Ένιωθα αγρίμι στο κλουβί. Άνθρωποι να καίγονται κι εγώ να μην είμαι εκεί να βοηθήσω. Έκανα κάποια τηλέφωνα, έστειλα μερικά μηνύματα και μέχρι την επιστροφή μου είχα βρει άκρη. Είναι δύσκολο σε τέτοιες καταστάσεις, να πηγαίνεις μόνος, χωρίς ομάδα που έχει έγκριση.
Δευτέρα απόγευμα φορτωμένη ένα αμάξι πράγματα, έφευγα για Εύβοια. Μπαίνοντας στο νησί πράσινο παντού, νερά γάργαρα, πουλιά πετούσαν, ο τόπος μύριζε ζωή. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά, δεν θέλω να αντικρίσω το μαύρο! Ποιος βρίσκει τη δύναμη να σκοτώσει τόση ζωή; Υπάρχει δάκρυ να κυλήσει, να ξεπλύνει όλο τον πόνο του δάσους;
Πλησίαζα Κήρινθο, στην πρώτη μου συνάντηση, ένιωθα την καρδιά μου έτοιμη να βγει έξω από το σώμα μου. Ο ουρανός είχε αρχίσει ήδη να θαμπώνει, θαρρείς δεν ήθελε να δεις τόσο θάνατο απότομα!
Η μυρωδιά του καμμένου με έφτασε. Το μαύρο άρχισε να ριζώνει στα μάτια μου και την ψυχή μου.
“Σταμάτα εκεί στις μουριές που δεν κάηκαν και θα σε βρω!” Η φωνή του ανθρώπου που επικοινώνησα για το πού είχαν ανάγκη. Πώς γίνεται μέσα σε τόση φωτιά να επιζήσουν 4 μουριές; Ποιο χέρι τις έσκαψε, τις μεγάλωσε; Ποιο χέρι γνώριζε τι θα γενεί κι ύψωσε τείχος γερό;
Κατέβηκα από το αμάξι, δεν ήξερα εάν ήθελα να κλάψω, να φωνάξω ή να βρω τη δύναμη που έχει ο καθείς μέσα του τη στιγμή που όλα μοιάζουν να έχουν τελειώσει.
Μια χειραψία λες και γνωρίζονταν χρόνια τα χέρια μας, ένα ευχαριστώ που το ένιωθες ως την πιο απάτητη μεριά σου και οδηγίες για το πού θα κατέληγαν τα πράγματα.
Στο δρόμο άνοιξα διάπλατα τα παράθυρα, ήθελα να μπει όλη η στάχτη. Να νιώσω την κακία του ανθρώπινου είδους!
Να μυρίσω την ανάσα των δέντρων. Παντού δέντρα φαντάσματα, σαν τον κλινικά νεκρό που δεν μπορεί να βγει η ψυχή του ριζωμένα μέσα στο χώμα που τα γέννησε! Ήθελα να νιώσω τον πόνο των δέντρων, της ζωής που της στέρησαν την ανάσα της. Ένιωθα ντροπή που ανήκα στο ανθρώπινο είδος! Ντροπή σου λέω με ακούς;
Δεν ξέρω αν συνειδητοποιείς το μέγεθος της καταστροφής με το που το αντικρίζεις, μα αν έβγαινε η κραυγή μου τώρα δα, θα έφτανε μέχρι το τέλος του κόσμου.
Τώρα που γράφω ετούτες τις γραμμές συνειδητοποιώ πως ένα “Δεν έχω διαταγή” πλανιόταν και πλανάται ακόμη σε όλα τα καμμένα! Μαζί με ένα “Έχουμε εντολή να μην επέμβουμε.” Έτσι μου τα είπαν όλοι, έτσι σου τα μεταφέρω…
Η αδειανή σιωπή ήταν εκείνη που με συγκλόνισε πιο πολύ από όλα! Ήθελα μόνο να φτάσω στον προορισμό μου. Να δω έναν άνθρωπο, ένα ζώο, να ακούσω ένα τιτίβισμα, τίποτα. Μόνο ο ήχος του αυτοκινήτου μου.
Βράδιαζε, χάθηκα. Είχα πάει Εύβοια πριν 10 χρόνια με τα παιδιά μου, μα μέσα στα καμμένα δεν αναγνώριζα τίποτα! Ξάφνου είδα φράχτες ξύλινους μισοκαμμένους, ήξερα πως βρισκόμουν στους καταρράκτες. Σταμάτησα το αμάξι μες στην μέση του δρόμου, δεν υπήρχε ψυχή! Όλα στάχτη! Εκεί λύγισα! Όλες μου οι αναμνήσεις καμένες, μαζί και τα χαμόγελα των παιδιών μου που είχαν σβήσει με τις φωτιές. Μόνη, χωρίς σήμα, σε ένα νεκρό τοπίο. Δάσος πουθενά, μόνο μέσα μου σιγόκαιγε η ανάμνησή του. Πόσοι άνθρωποι ακόμη θα κλάψουν εδώ;
Πάτησα γκάζι κι έφυγα, δέντρα σιγόκαιγαν γύρω μου. Ήθελα να εξαφανιστώ από το χάρτη, εκείνη τη στιγμή, γιατί το μόνο φως σύμμαχός μου, ήτανε η φωτιά που κατέστρεψε τα πάντα.
Πλατεία Ροβιές. Μια χειραψία, μια εκ βαθέων ματιά κι ένα ευχαριστώ που ήρθες. Πήγα στο δωμάτιο, χωρίς ρεύμα, λες και κάποιος με προστάτευε να αντικρίσω με μιας την καταστροφή στο χωριό. Ο άνθρωπος που με φιλοξένησε μου είπε πως σύντομα θα νιώθω βαριά στο στήθος μου, δεν θα έβγαινε η ανάσα μου. Πόσο σύντομα μπορεί να μου συμβεί κάτι τέτοιο, σκέφτηκα; Το επόμενο πρωί η μύτη μπουκωμένη, φυσάω μαύρα, η αναπνοή μου δύσκολη.
Πού είναι ένα δέντρο ζωντανό να αγγίξεις να πάρεις λίγη δύναμη. Να μυρίσεις τις ευωδιές του να ανοίξει η ανάσα σου. Όλα σφραγισμένα, όλα κολλημένα, ένας βούρκος θανάτου που δεν λέει να στεγνώσει ακόμη.
Εγώ που αγγίζω τους κορμούς να νιώσω τη ζωή μέσα τους, να συνδεθώ με την μητέρα φύση, διστάζω να αγγίξω τόσο θάνατο.
Σβήνω τις σκέψεις μου, πού χρόνος για γράψιμο. Σηκώνεσαι ετοιμάζεσαι και αρχίζεις να βοηθάς. Δεν ξέρεις τι μέρα είναι. Δεν κοιτάς ρολόι για το χρόνο, μόνο για το καθάρισμα της μαύρης αυλής, για το φορτηγό που θα ‘ρθει με τα πράγματα και τα είδη πρώτης ανάγκης και όπου αλλού ακούσεις το όνομά σου!
Οι μαρτυρίες των ανθρώπων πολλές! Όπου βρισκόμουν όλοι συζητούσαν μόνο γιαυτό.
«Μαρτυρίες κατοίκων ακατέργαστες όπως τις άκουσα!»
“Μας κατέστρεψαν τα όνειρα κοπελιά! Άφησα την Αθήνα κι ήρθα εδώ που είχα ένα χωράφι, να ζήσω σαν άνθρωπος, μακριά από την πόλη! Και τώρα όλα κάηκαν, δεν υπάρχει τίποτα! Σίγουρος ο εμπρησμός! Μου κατέστρεψαν τα όνειρα! Σε όλους μας! Αυτό μας κάνανε!”
“Στο Πευκί έμειναν οι άντρες και γιαυτό σώθηκαν τα χωριά. Τρεις εκρήξεις ακούστηκαν. Βοή σαν να καλπάζουν άλογα. Άνεμος νοτιοδυτικός, γύρισε η φλόγα και σταμάτησε η φωτιά. Είπαμε τελειώσαμε, μα ο αέρας άλλαξε.”
“Ροβιές. Τετάρτη πρωί, αν μας έλεγαν ότι έρχεται η φωτιά, θα οργανωνόμασταν. Στο πνευματικό κέντρο γύρω κανείς. Ο Σπανός ο Περιφεριάρχης δεν με άκουσε! Με απέτρεψε να χτυπήσω την καμπάνα. Δεν έχουμε εντολές να κόψουμε δέντρα, είπε.
Δεν μπορούσαμε να ακουμπήσουμε πεύκο!
Άμα γινόταν αντιπυρική ζώνη, δεν θα καιγόταν το χωριό! Ανεμοστρόβιλος σήκωσε τον κάδο. Γύρω από πνευματικό δύο φορές κύκλωσε η φωτιά το κέντρο. Μέχρι το λεβητοστάσιο έφτασε η φωτιά, ως εκ θαύματος, εκεί σταμάτησε.”
“Έρχονταν η φωτιά στο χωριό κι οι άλλοι έπιναν ούζα αμέριμνοι. Ο μπάτσος δεν ήξερε από πού είναι η φωτιά! Μόνο φώναζε για εκκένωση!”
“Τους λέγαμε μπείτε σβήστε τη φωτιά και απαντούσαν δεν έχω διαταγή. Αυτό μας έλεγαν! Πρώτο χωριό που ξεκίνησε η φωτιά οι Ροβιές. Τα ξένα πυροσβεστικά δεν ήξεραν πού να πάνε να γεμίσουν. Εμείς γεμίσαμε από συντριβάνι. Κοιμόμουν μέρες κάτω από τη γέφυρα. Ήταν 4 αραχτά πυροσβεστικά και μας έλεγαν έχουμε εντολή να μην επέμβουμε! Στον ελαιώνα εμείς σβήναμε τη φωτιά και οι πυροσβέστες χαλαρά στη θάλασσα!”“Αεροπλάνα πουθενά. Ξεκάθαρος εμπρησμός. Η φωτιά έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Όσοι δεν εγκαταλείψαμε το χωριό μας σώσαμε μόνοι μας ό,τι μπορέσαμε!”
Έμεινα μία εβδομάδα στην Εύβοια. Όσα άκουσα δεν χωρούν σε ένα κείμενο. Όποιος το έκανε αυτό χτύπησε την αυτάρκεια του νησιού! Οι άνθρωποι αυτοί είχαν τα πάντα! Βιολογικές καλλιέργειες, επάρκεια σε τρόφιμα, ανταλλακτική οικονομία, τουρισμό. Ζούσαν ανεξάρτητοι! Κάηκαν τα ζώα τους, οι ελαιώνες τους, τα χωράφια τους, τα αμπέλια τους, τα σπίτια τους, το δάσος! Χάνονται πια στους δρόμους, δεν αναγνωρίζουν που βρίσκονται! Τα ελαιόδεντρα πένθιμα παίρνουν μορφές, μονολογούν οι ντόπιοι. Απόγνωση…
Περίεργη η επιστροφή. Από την μια θες μόνο να βοηθήσεις και από την άλλη έχεις ανάγκη να καθαρίσεις. Ας μην κάηκε τίποτα δικό σου, κάηκε η φύση.
Κάηκε το δάσος. Η αστείρευτη δύναμη, το χέρι που θα σε κρατήσει, το οξυγόνο που θα σε δυναμώσει. Δεν ξέρω εάν θέλω να βρεθώ σε βουνό για να γεμίσω οξυγόνο, όσο στερήθηκε η ανάσα μου εδώ ή μπροστά σε μια θάλασσα που θα κάψει με το αλάτι της ό,τι σάπιο γέννησε μέσα μου ετούτη η καταστροφή! Την κακή ψυχή που έφερε το θάνατο στη ζωή κι έστειλε τη φύση στον Κάτω Κόσμο.
Όπου κιαν πήγα αντίκρισα πόνος και θυμός. Πόνος για το δάσος, θυμός για την κατάντια των υπευθύνων. Δεν ξέρω εάν θα καταλαγιάσει κάτι από τα δύο και δεν πρέπει! Οι κάτοικοι πρέπει να φροντίσουν να αποδοθούν οι ευθύνες στους υπεύθυνους!
Ο πόνος, ο χρόνος και η ψευδαίσθησή του.
Ο μόνος γιατρός είναι ο άνθρωπος, ο ίδιος για τον εαυτό του! Όχι ο χρόνος.
Παίρνει τα εργαλεία του και σκάβει τη γη μέσα του. Καθαρίζει τα καμμένα, ξεπλένει την ανάσα του. Φυτεύει την ψυχή του από την αρχή! Σαν το δέντρο το μικρό που μόνο με φροντίδα θα βλαστήσει. Έτσι θα βγεις στην επιφάνεια, θα ονειρευτείς ουρανό, από της γης την αγκάλη!
Μεταθέτεις στο χρόνο το πρόβλημα, την ανάγκη, τον πόνο, μα ο χρόνος είναι ψεύτικος! Κυλά γρήγορα στα όμορφα και στα δύσκολα αργά και επίπονα. Αυτό και αν είναι απάτη…
Από τις στάχτες μας θα αναγεννηθούμε και με τα δικά μας χέρια είτε το θέλει η πολιτεία είτε όχι! Αυτό που οφείλουμε στους εαυτούς μας είναι να μην δυναμώνουμε τη διάσπαση και το διχασμό! Αυτό που αποκόμισα από όλες τις μαρτυρίες στην Εύβοια ήταν πως όσοι κάτοικοι έμειναν ενωμένοι κατάφεραν το ακατόρθωτο! Έσωσαν το δάσος και το βίος τους και ετούτη η εντολή έρχεται μέσα από την ψυχή του καθενός! Παίρνεις διαταγή μόνο από τον εαυτό σου!
Μοιραστείτε το άρθρο!