Ο Καθαρμός
Μοιραστείτε το άρθρο!
…Στις ανάσες του φωτός, εκεί που αρχίζει η μνήμη.
Δένουν οι δρόμοι μας κι εμείς θεατές του πεπρωμένου μας.
Ποιος διατάζει; Ποιος τολμά και ποιος γονατίζει μπροστά στους θεούς;
Από φόβο, από σεβασμό, από ανάγκη.
Κατάδικοι της ανθρώπινης φύσης μας.
Κρεμασμένος ο λυτρωμός του χρόνου που τελειώνει, στο κλαδί που ‘χει τις ρίζες του βαθιά στο σκοτάδι.
Χώμα η λήθη. Δεν σε αφήνει να αναπνεύσεις το οξυγόνο του ουρανού.
Στάζει, σταγόνα σταγόνα, τη ζωή κι εσύ, πλακωμένος, προσπαθείς να αναδυθείς.
Δε φοβάσαι μη δε τελειώσει ο χρόνος,
μόνο που δεν υπάρχει τίποτε από όλο αυτό να καταλάβεις.
Ο ένας δρόμος, αδειανός, πλάι στον κόσμο,
στον θόρυβο των σιωπών, των σωμάτων που δεν έχουν νόημα κανένα.
Ο άλλος δρόμος, μια γραμμή που γυρνά γύρω σου.
Δεν τη βλέπεις, δεν τη βλέπει κανείς.
Σε τρυπά για να βρει το χρυσό που έχεις μέσα σου.
Δεν το βλέπεις.
Το αγγίζεις μόνο, κάτι στιγμές που θες η ψυχή να ξαποστάσει από το εδώ.
Η σάρκα να φύγει για λίγο από πάνω της,
κι ας μην είναι η ώρα ακόμη.
Ποιος είσαι; Τι είσαι;
Τι είναι τούτος ο δρόμος;
Θάλασσας λιμάνι; Σταθμός γραμμών σιδερένιων;
Σπηλιά χωρίς διέξοδο;
Δεν ηρεμείς.
Δεν ανταριάζεις.
Στέκεσαι εκεί, σιωπηλός.
Γαλήνιος.
Γνωρίζεις πως δε γνωρίζεις το μετά.
Είναι μέσα σου, όμως, σε εκείνον τον κώδικα γραμμένο, που άνθρωπος ακόμη δεν έχει σπάσει.
Μόνο καρτερεί τότε που όλα θα έχουν μεταστοιχειωθεί.
Δική σου η εργασία.
Δικός σου ο καθαρμός.
Εδώ, στη Γη, θα φτάσεις και στα δύο μονοπάτια.
Η Δυαδικότητα που γεννά το Ένα…
…Εξέλιξη…
Μοιραστείτε το άρθρο!







